- υποηφαιστειακός
- -ή, -ό, Ν(πετρογρ.) (για εκρηξιγενές πέτρωμα) αυτός που έχει σχηματιστεί πολύ κοντά στην επιφάνεια τής Γης, σε βάθη από 10 έως 1000 μέτρα.[ΕΤΥΜΟΛ. Νόθο αντιδάνειο σύνθ., πρβλ. γαλλ. hypovolcanique].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.